logo


16 ηθοποιοί, 37 ρόλοι, 40 συντελεστές, κι ένα έργο που θεωρείται κορυφαίο στη σύγχρονη ελληνική δραματουργία, γραμμένο σε μια εποχή -1973- που η ελευθερία του λόγου ήταν σύντομο ανέκδοτο. “Το μεγάλο μας Τσίρκο” του Ιάκωβου Καμπανέλλη θα παρουσιαστεί φέτος, εν μέσω κορονοϊού όπου τίποτα δεν είναι δεδομένο και νέες κανονικότητες εδραιώνονται στη ζωή του πλανήτη,  σε δυο σημαντικές εκδηλώσεις ερασιτεχνικού θεάτρου- και στην πόλη μας-, σκηνοθετημένο από την Α. Σφαιροπούλου, υπεύθυνη του προγράμματος Δημιουργικής Γραφής στη Δημοτική Βιβλιοθήκη και τον Γ. Κομνηνάκη, τοπικό σύμβουλο Άνοιξης και επί χρόνια ασχολούμενο με τα θεατρικά δρώμενα της πόλης.  Οι δυο τους όχι μόνο κατάφεραν να ενώσουν στη σκηνή ερασιτέχνες ηθοποιούς από όλες σχεδόν τις θεατρικές ομάδες- και κάμποσες χορευτικές- του Δήμου Διονύσου, αλλά προχώρησαν και δυο βήματα παραπέρα: Την αναδρομή του έργου από την αρχαιότητα τη συνεχίζουν μέχρι τις ημέρες μας ενώ για πρώτη φορά το επεισόδιο με τον Καραγκιόζη θα  παρουσιαστεί από αληθινό, συντοπίτη, Καραγκιοζοπαίχτη. Για το έργο, τις ομοιότητές του με τη σημερινή εποχή, τις δυσκολίες και τις προκλήσεις που αντιμετώπισαν και την αναμέτρησή τους με το εμβληματικό έργο του Καμπανέλλη μιλούν σήμερα στην Οδό Διονύσου:

Οδός Διονύσου: Θα ανεβάσετε “Το μεγάλο μας Τσίρκο” του Καμπανέλλη, ένα εμβληματικό έργο, κάποιοι το θεωρούν το καλύτερο της σύγχρονης ελληνικής δραματουργίας. Πώς το αποφασίσατε; Με το επιπλέον δεδομένο πως αναφέρεται σε άλλη εποχή και με άλλες συγκυρίες, που οδήγησαν στην- ας μου συγχωρεθεί η έκφραση- κατά παραγγελία συγγραφή του;

Γιώργος Κομνηνάκης: Αλήθεια είναι. Κατά παραγγελία το έγραψε ο Καμπανέλλης, μετά από πρόταση της Καρέζη και του Καζάκου. Δεν φαντάζεσαι όμως πόσες αναλογίες έχει με το σήμερα.

Αφροδίτη Σφαιροπούλου: Υπάρχει λογική στην απόφασή μας. Ξεκίνησα όπως ξέρεις με την ομάδα από τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Διονύσου να ανεβάσω πέρυσι το έργο του Θανάση Φροντιστή “Η Κόρη των Καλαβρύτων”, ένα δύσκολο και απαιτητικό έργο που το επιμελήθηκα έτσι που να μην φαίνεται βαρύ, κυρίως, λόγω δεκαπεντασύλλαβου. Στην πορεία, από την απήχησή του, διαπίστωσα ότι ο κόσμος γενικά, αλλά και ειδικότερα το κοινό στο Δήμο Διονύσου, έχει ανάγκη από κείμενα που να παραπέμπουν στην ελληνική ιστορία, θεματολογία η οποία, θεωρώ, ότι δεν αποτελεί μια εκ των πρωταρχικών επιλογών, των σκηνοθετών των ερασιτεχνικών ομάδων. Κι αυτό διότι τέτοια κείμενα παρουσιάζουν ειδικής φύσης δυσκολίες για να ανέβουν στη σκηνή. Πρέπει να έχεις στο δυναμικό σου «δυνατούς» ηθοποιούς, να έχεις υπομονή  και να δείξεις μεγάλη προσοχή διότι οφείλεις να συνδυάσεις την ιστορία μαζί με την δραματουργία χωρίς το ένα στοιχείο να υπερσκελίζει το άλλο. Αυτοί πιστεύω ότι είναι οι λόγοι  για τους οποίους αποφεύγονται παρόμοια εγχειρήματα, σε ερασιτεχνική βάση.

Γ.Κ.: Και μιλάμε για ένα μεγάλο έργο, μεγάλη παραγωγή, με 37 ρόλους.  Στην παράστασή μας 16 ηθοποιοί παίζουν και δυο και τρεις ρόλους. Παράλληλα  υπάρχουν 2 χορευτικά, 16 επιπλέον άτομων, και επιπρόσθετα, η φιλική συμμετοχή της χορευτικής ομάδας «Περπερούνα» του Στέφανου Γανωτή σε ορισμένες από τις παραστάσεις. Είναι δύσκολα προσεγγίσιμο ένα τέτοιο εγχείρημα. Όλοι ερασιτέχνες, όλοι εθελοντές.

Α.Σ.: Αναλογιζόμενη λοιπόν ότι υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον από την πλευρά των συμπολιτών μας να βλέπουν τέτοια έργα- ελληνικά, και ακόμη περισσότερο, ιστορικά-  και δεδομένων και των πρόσφατων κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών συνθηκών, είπα, από το περασμένο κιόλας Καλοκαίρι, “ας το τολμήσουμε!” Έτσι το πρότεινα στη Χριστίνα Γιαννέτου, την υπεύθυνη της βιβλιοθήκης μας – γιατί όλο αυτό γίνεται υπό την αιγίδα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Διονύσου- για να λάβω, ανεπιφύλακτα, την έγκρισή της.

Ο.Δ.: Πώς μπαίνει η Βιβλιοθήκη εδώ;

Α.Σ.: Εδώ και τρία χρόνια περίπου, σε εθελοντική βάση, τρέχει ένα πρόγραμμα στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Διονύσου, το Πρόγραμμα Θεατρικής Επιμόρφωσης, το οποίο και εισηγούμαι. Η αρχική ιδέα των συναντήσεων είναι η ανάλυση δραματικών κειμένων και, ει δυνατόν, αν μπορούμε μέσα από τη συζήτηση και την επεξεργασία των ρόλων, να μας προκύψει και κάποια παράσταση, γιατί όχι… Το πρώτο έργο που αποτολμήσαμε να ανεβάσουμε ήταν εκείνο του Θανάση Φροντιστή. Είμαστε λοιπόν μια ομάδα που ουσιαστικά προέκυψε  κατά το Πρόγραμμα Θεατρικής Επιμόρφωσης.

Γ.Κ.: Στην πορεία βέβαια, από τους δεκαπέντε ηθοποιούς που προέρχονταν από την περσινή παράσταση, παρέμειναν, τελικά, τρεις. Οπότε, καταλαβαίνεις, προέκυψε μια πανστρατιά, έγινε ένα κάλεσμα προς όλες τις θεατρικές ομάδες του Δήμου και προς όλα τα άτομα που προέρχονταν από την 4ετή λειτουργία του Θεατρικού Εργαστηρίου του Δήμου, ώστε να μπορέσουμε να καλύψουμε τους 37 ρόλους του Τσίρκου.

Ο.Δ.: Αφροδίτη, να ξαναγυρίσουμε λιγάκι στους λόγους που σε οδήγησαν στην επιλογή του συγκεκριμένου έργου. Πού ή πώς ακουμπάει το σήμερα ένα θεατρικό που γράφτηκε το 1973 για να καταγγείλει τη Χούντα;

Α.Σ.: Κοίτα, πολιτικά ανήκω στον κεντροαριστερό χώρο οπότε, εκ των πραγμάτων, με συγκινούν παρόμοιοι τρόποι αφήγησης της ελληνικής ιστορίας. Θεώρησα επίσης πως είναι ένα κείμενο πρόσφορο σε-εντός εισαγωγικών- διασκευή,  με τρόπο τέτοιο που να έλθει  το έργο  στη σημερινή εποχή . Αναφέρομαι ουσιαστικά στη δυνατότητα επικαιροποίησής του.

Ο.Δ. Στις αναρτήσεις στο facebook με φωτογραφίες από τις πρόβες, είδα πραγματικά στοιχεία που δεν περιλαμβάνονται στην αρχική παράσταση- όπως χορογραφίες ταγκό ή τραγούδια του Σαββόπουλου, για παράδειγμα. Συνεπώς χρειάστηκε ολική διασκευή;

Γ.Κ.: Το αρχικό κείμενο, του Καμπανέλλη, έχει παραμείνει ίδιο κατά 95%. Επίσης, τα τραγούδια και τα είδη μουσικής που έχουν προστεθεί από εμάς, πατάνε εντελώς στο κείμενο, μάλιστα βασίζονται σε σχετικές οδηγίες που είχαν δοθεί από τον ίδιο τον Καμπανέλλη. Επίσης να σου πω ότι έχουμε δει και την παράσταση που ανέβηκε το 2012, αλλά και διάφορες ερασιτεχνικές παραστάσεις του Τσίρκου, ώστε να έχουμε σε γνώση μας τυχόν διαφορετικές προσεγγίσεις. Μια ακόμη δυσκολία είναι στη διάρκεια- η παράσταση του ΚΘΒΕ διαρκούσε 2 ώρες και 49 λεπτά. Έτσι κόψαμε ενάμιση ολόκληρο επεισόδιο από τα 12 συνολικά που έχει το αρχικό έργο. Θυμίζω πως είναι σπονδυλωτό, με 12 επεισόδια, χρονικά καλύπτοντας από την αρχαιότητα μέχρι το ’40- η αρχική εκδοχή. Ο Καζάκος το ’74 βάζει το Προσκύνημα και ουσιαστικά συμπληρώνει το έργο με ιδιαίτερη αναφορά και αποδίδοντας τιμή στο έπος του  Πολυτεχνείου.

Α.Σ.: Εμείς κρατάμε το Προσκύνημα ως επεισόδιο, χορευτικά, και προχωράμε πάλι χορευτικά, φτάνοντας μέχρι σήμερα. Κλείνουμε το μάτι στον θεατή διατρέχοντας τις εποχές. Αν το καλοσκεφτείς, το έργο δομήθηκε, κατά κάποιο τρόπο εξαρχής, ως musical. Έχει πολύ χορό και τραγούδια.

Γ.Κ.: Ο Ξαρχάκος είχε 12 τραγούδια, αυτά που τραγουδάει ο Ξυλούρης.

Α.Σ.: Από αυτά έχουμε κρατήσει ορισμένα, όχι όλα, προσπαθώντας να δώσουμε το δικό μας στίγμα. Δεν θέλαμε να κάνουμε κάτι που έχει γίνει σκηνοθετικά στο παρελθόν αμέτρητες φορές. Είπαμε να τολμήσουμε κάτι διαφορετικό αναλαμβάνοντας, ασφαλώς καλλιτεχνικά, όλο το πιθανό ρίσκο.

Γ.Κ.: Να σου δώσω ένα παράδειγμα: Υπάρχει ένα επεισόδιο με τον Καραγκιόζη. Για πρώτη φορά, από όσο γνωρίζουμε, η σκηνή θα παιχτεί με πραγματικό Καραγκιόζη, με μπερντέ τριών μέτρων, με φιγούρες, έχει διασκευαστεί πολύ το κείμενο, κρατώντας όμως τη γενική σύλληψη, με το ύφος πάντα του Καραγκιόζη.

Ο.Δ..: Οι επεμβάσεις και οι διασκευές από ποιον έχουν γίνει;

Α.Σ.: Από εμένα σε συνεργασία, από ένα σημείο και μετά, με τον Γιώργο.

Γ.Κ.: Η πρόταση να συν-σκηνοθετήσουμε το έργο, μου έγινε το Δεκέμβριο. Εγώ ασχολήθηκα πιο πολύ με τα κείμενα, να έχουν έρεισμα στη σημερινή εποχή- αυτό είναι και το πεδίο που με ενδιαφέρει περισσότερο, όταν βλέπω θέατρο ή διαβάζω- και η Αφροδίτη με την ευρύτερη σκηνική παρουσία και τις οδηγίες στους ηθοποιούς. Για το συγκεκριμένο θεατρικό, που έχει γραφτεί 47 χρόνια πίσω, θα μπορούσες να πεις, έλα τώρα πόσο σύγχρονο μπορεί να είναι; Κι όμως, είναι ένα καθαρά διαχρονικό κείμενο. Γι’ αυτό λογίζεται πια ως κλασικό έργο. Δεν είναι απλά ένα ξεσηκωτικό, επαναστατικό κείμενο, για να καταγγείλει τη δικτατορία. Περιγράφει γλαφυρά την διαχρονική παθολογία της Ελλάδας, και τη σύνδεση με τον ξένο παράγοντα, και γιατί η χώρα βασανίζεται μονίμως, περιγράφει- και αυτό με ενδιαφέρει πολύ- και τον αντιήρωα. Τολμά. Φέρνει με σάρκα και οστά στη σκηνή δηλαδή και “κακούς”.  Έλληνες κι αυτοί! Ας μην ξεχνάμε πως και ο Εφιάλτης Έλληνας ήταν, κι ο Πήλιος Γούσης στο Σούλι Έλληνας ήταν. Πέρα από αυτό, συνολικά, το έργο διατρέχεται από το λαϊκό στοιχείο, είναι του πανηγυριού, είναι του κεφιού, δεν θέλει να το κάνει γραβατωμένο, το λέει κάπου και η Καρέζη, “ζητήσαμε ένα έργο λαϊκό”.

Ο.Δ.: Ποιες εποχές καλύπτει το έργο;

Α.Σ.- Γ.Κ.: Από τον εποχή του Κρόνου. Εμείς βγάλαμε τη μυθολογία, και ξεκινάμε από την αρχαιότητα την ιστορική, με το μαντείο των Δελφών. Μετά έρχεται το Βυζάντιο, εν συνεχεία η Επανάσταση του ’21, με τέσσερα μάλιστα επεισόδια που πιάνουν μεγάλη περίοδο μέχρι τον ερχομό του Όθωνα και τον αγώνα για Σύνταγμα της 3ης Σεπτεμβρίου. Ακολούθως βρισκόμαστε στο 1897, συνεχίζουμε με τα Βενιζελικά, τον πόλεμο και τον ξεριζωμό της Σμύρνης και εν συνεχεία φτάνουμε στο ’40. Εκεί τελειώνει ο Καμπανέλλης. Εμείς συνεχίζουμε μέχρι το σήμερα, χωρίς κείμενο βέβαια. Όλο αυτό έχει δειχτεί και στην Κατερίνα την Καμπανέλλη, την κόρη του συγγραφέα, το έχει ήδη ζητήσει άλλωστε. Έχουμε την άδειά της και τα πνευματικά δικαιώματα. Θέλει η ίδια να έρθει μάλιστα να δει την παράσταση και να γνωρίσει και την ομάδα.

Ο.Δ.: Μου μιλήσατε προηγουμένως για 37 ρόλους και 16  ηθοποιούς. Όλοι οι συντελεστές του έργου πόσοι, και ποιοι, είναι;

Γ.Κ.: Σκηνοθετούμε μαζί με την Αφροδίτη που είχε την αρχική σύλληψη και μου είπε κι εμένα το Δεκέμβρη να έρθω να σκηνοθετήσουμε μαζί. Παίζουμε κιόλας και οι δύο. Η σκηνογράφος μας, που κάνει και τα κοστούμια, είναι η Μαρία Νεμπεγλέρη, απόφοιτος της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, έχει περάσει, επίσης, από το εργαστήρι γλυπτικής του Μανιατάκου στην Τήνο, και έχει παρκολουθήσει ετήσιο σεμινάριο σκηνογραφίας στο εργαστήριο της Μαρίας Χανιωτάκη.

Α.Σ.: Τα χορευτικά σχήματα μας είναι δύο. Η κύρια χορευτική ομάδα μας είναι  η “ Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ” της Αγγελικής Πανουσοπούλου και του Βασίλη Μουζάκη, καθηγητές  και οι δύο, εδώ στο Δήμο Διονύσου. Αποτελείται από νέους της περιοχής μας, μαθητές Λυκείου κυρίως, αλλά και Γυμνασίου. Το άλλο σχήμα, τέσσερις κοπέλες Γυμνασίου, το έχει αναλάβει  ένα άλλο ζευγάρι, οι Χριστίνα Ελευθεριάδη & Μιχαήλ Ισαακίδης, φιλόλογοι, χορευτές και χορογράφοι. Η Χριστίνα με τον Μιχαήλ  ανέλαβαν να προετοιμάσουν τις νεαρές χορεύτριες  σε δύο μοντέρνες χορογραφίες αλλά και δέκα ηθοποιούς για δυτικούς χορούς, το τελευταίο σύμφωνα με τις κειμενικές οδηγίες του δραματουργού. Τέλος, όπως προανέφερα, σε ορισμένες παραστάσεις θα υπάρξει φιλική συμμετοχή της χορευτικής ομάδας «Περπερούνα» του καθηγητή Στέφανου Γανωτή. Συνεπώς στο σύνολο μετράμε παραπάνω από 40 συντελεστές.

Γ.Κ.: Επίσης έχουμε και τον Καραγκιοζοπαίχτη μας, τον Μάκη Τόρη, που είχε τον Άβακα στον Άγ. Στέφανο παλιότερα και τώρα το Οινοαπόσταγμα στη Δροσιά. Αυτός σαν μαθητής Γυμνασίου είχε πάει στη Φινλανδία και τη Ρωσία και είχε δώσει παραστάσεις εκεί. Την τέχνη του Καραγκιοζοπαίχτη ο Μάκης την έμαθε από παλιά από τον θείο του, τον Θωίδη, στη Δροσιά. Ήρθε, να σου πω, σαν από Μηχανής Θεός, γιατί ενώ από την αρχή είχαμε την ιδέα του “ζωντανού” Καραγκιόζη, μέχρι τότε ψάχναμε να βρούμε κάποιον να παίξει, τόσες παραστάσεις και αφιλοκερδώς! Ο Μάκης μάλιστα ενδιαφέρεται να ξεκινήσει σεμινάρια Καραγκιόζη στο Δήμο κάποια στιγμή.

Ο.Δ.: Πόσες είναι οι θεατρικές ομάδες στον Δήμο;

Γ.Κ.: Είναι έξι οι θεατρικές ομάδες ενηλίκων, που λειτουργούν στο πλαίσιο Συλλόγων και τρεις οι Δημοτικές. Απαριθμώ! Η πρώτη δημοτική θεατρική ομάδα χρονικά είναι της Άνοιξης, που ξεκίνησε το 1999, μετά χρονικά έρχεται η ομάδα του Αγ. Στεφάνου, και τα 2 τελευταία χρόνια εκείνη της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Διονύσου. Από τις ομάδες των Συλλόγων, πέντε έρχονται από το Κρυονέρι (Δρυάδες, Σύλλογος Γυναικών Κρυονερίου, Act-ώρες, Εν-Δράσει, ΚΑΠΗ Κρυονερίου) και μία από τη Δροσιά (Πολιτιστικός-Φυσιολατρικός –Σύλλογος Δροσιάς). Πίσω από αυτές έρχονται εξαιρετικές μαθητικές ομάδες- ενδεικτικά αναφέρω τα σχήματα «Δώδεκα παρά θέατρο» και «Μικρές σκιές».  Προσωπικά το θεωρώ ευτύχημα. Και για τις δύο κατηγορίες: Σε πρώτο επίπεδο γι’ αυτούς που συμμετέχουν. Σηκώνονται από τον καναπέ τους, μορφώνονται, κοινωνικοποιούνται, επικοινωνούν. Εκείνοι, πραγματικά, προσφέρουν σε όλους όσοι πηγαίνουν ως θεατές στις παραστάσεις (είτε δωρεάν είτε με ένα εισιτήριο της τάξης των 5 ευρώ), προκειμένου να παρακολουθήσουν θέατρο, τις περισσότερες φορές, πολύ καλού επιπέδου. 

 

Ο.Δ.: Μια που μιλήσατε για εισιτήριο, από πού βρήκατε χρηματοδότηση για να στήσετε και να ανεβάσετε την παράσταση;

Α.Σ.: Να ξεκινήσω από λίγο νωρίτερα. Αρχικά την παράσταση την είχα στο μυαλό μου ως μια παραγωγή της Δημοτικής Βιβλιοθήκης, όπως είχε γίνει πέρυσι με το έργο του Θανάση Φροντιστή, ο οποίος το είχε στηρίξει οικονομικά, ενώ είχαμε και χορηγούς, τα «Μάρμαρα Διονύσου» και τα «Super Market Σκλαβενίτης». Ασφαλώς, το κονδύλι για τα φώτα της παράστασης είχε περάσει από το πρώτο Δ.Σ. επί της νέας, τότε, δημοτικής αρχής του Γιάννη Καλαφατέλη. Φέτος, είχα σκεφτεί, να χρηματοδοτηθεί πάλι με παρόμοιο τρόπο. Εδώ να σημειωθεί ότι αναφέρομαι ΑΥΣΤΗΡΑ στην έγκριση κονδυλίου που αφορά σε φωτιστική και ηχητική κάλυψη της παράστασης, την κατασκευή των σκηνικών καθώς και μέρος του ενδυματολογικού. Όλοι οι συντελεστές, ΜΗΔΕΝΟΣ ΕΞΑΙΡΟΥΜΕΝΟΥ, ξεκινώντας από εμάς τους σκηνοθέτες και την σκηνογράφο, τους χορογράφους, τους συντελεστές του θεάτρου σκιών, τον τεχνικό επιμελητή των σκηνικών, τους χορευτές και μέχρι τον τελευταίο ηθοποιό, εργαστήκαμε απολύτως σε εθελοντική βάση, κατά το πνεύμα που λειτουργούν, όλα αυτά τα χρόνια, τα προγράμματα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Διονύσου. Στην πορεία, τέθηκε το θέμα της συμμετοχής στο 13ο Διαδημοτικό Φεστιβάλ Ερασιτεχνικού Θεάτρου Δήμων Αττικής, θεσμό όπου έχει συμμετάσχει στο παρελθόν ο Δήμος Διονύσου.

Γ.Κ.:  Ο Δήμος είχε συμμετάσχει και παλαιότερα τρεις χρονιές, με το σχήμα του Αγ. Στεφάνου. Στο Φεστιβάλ, που γίνεται επί 13 χρόνια τώρα, συμμετέχουν θεατρικές ομάδες από διάφορους Δήμους, παίζουν στην έδρα τους και εν συνεχεία ανεβάζουν την παράστασή τους και στους υπόλοιπους συμμετέχοντες Δήμους. Έτσι θα γίνει και φέτος, μόνο που λόγω κορονοϊού οι συμμετοχές είναι λιγότερες.

Α.Σ.: Υπεύθυνη στο οργανωτικό και διοικητικό κομμάτι του Διαδημοτικού Φεστιβάλ έχει ορισθεί από τον Δήμαρχο και τον Αντιδήμαρχο η κυρία Έφη Παπαχαρτοφύλλη, παλιό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΘΕΣΠΙ στην πρώτη Διοίκηση Καλαφατέλη. Εκείνη ήταν που- πολύ πριν ξεσπάσει η πανδημία- πρότεινε την συμμετοχή του Δήμου μας στην εν λόγω διοργάνωση στον αρμόδιο Αντιδήμαρχο Νίκο Καρυστινό κι εκείνος συμφώνησε αμέσως καθώς, άλλωστε, επρόκειτο και για προσωπική του επιθυμία. Να ξανακατέβει, δηλαδή ομάδα του Δήμου μας στο Φεστιβάλ, και παράλληλα ο Διόνυσος να γίνει συνδιοργανωτής, εντάσσοντας το διαδημοτικό στο πλαίσιο των Μεγάλων Διονυσίων. Καθόσον γνωρίζω, επίσης, η αρχική πρόταση έγινε στις δυο παραδοσιακές θεατρικές ομάδες του Δήμου- Αγ. Στεφάνου και Άνοιξης- οι οποίες όμως δήλωσαν πως δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν, για διαφορετικούς λόγους η καθεμιά. Έτσι πρότεινα εγώ στον Αντιδήμαρχο “Το μεγάλο μας Τσίρκο”, μια που είχα ήδη ξεκινήσει μια προεργασία, είχα καλέσει την παλιά μου ομάδα να δούμε πώς μπορούμε να προσεγγίσουμε το έργο, και το κάλεσμα αυτό επεκτάθηκε στη συνέχεια σε όλες τις θεατρικές ομάδες του Δήμου, όπως προαναφέραμε. Να διασαφηνίσω εδώ πως δεν στήθηκε καμιά καινούργια θεατρική ομάδα, αλλά ζητήσαμε συνεργασία και κλήθηκαν μέλη από τις άλλες ομάδες, μία άτυπη μικτή θεατρική Δημοτική ομάδα, με αποτέλεσμα το σχήμα που έχουμε στη διάθεσή μας, αυτή τη στιγμή να είναι πολύ δυνατό «υποκριτικά» καθώς, αρκετοί καλοί και αγαπημένοι ερασιτέχνες έσπευσαν να αποδεχτούν την πρότασή μας. Έτσι στην παράσταση, τελικά, συμμετέχουν ηθοποιοί από τις ομάδες του Αγ. Στεφάνου και της Άνοιξης, από την παλιά μου ομάδα της Βιβλιοθήκης, από τους ACT-ώρες, τους Εν Δράσει και τους μικρούς «Δώδεκα παρά Θέατρο». Είναι γεγονός ότι μας τίμησαν μέλη από τις περισσότερες θεατρικές ομάδες και ευελπιστούμε, με τη δουλειά μας, να επιστρέψουμε στους συμπολίτες μας αυτή την τιμή με μια όμορφη παράσταση.

Γ.Κ.: Ακόμη και οι αλλαγές που προέκυψαν, γιατί κάποιοι δεν μπόρεσαν να συνεχίσουν και αποχώρησαν, ακόμη και οι αντικαταστάτες τους λοιπόν αποδείχθηκαν ευτυχώς πολύ δυνατοί «παικτικά».

Α.Σ.: Αντιμετωπίσαμε και την ατυχία της πανδημίας. Τότε ήταν που μας κόπηκαν τα φτερά. Εμείς ονειρευόμασταν την παράσταση, κάναμε πρόβες, σχεδιάζαμε, συμβαίνει και το lockdown… μας τα κάνει όλα άνω κάτω. Παρόλ’ αυτά, ο Δήμος Μοσχάτου- Ταύρου, ως κεντρικός διοργανωτής του Διαδημοτικού, αποδείχθηκε αρκετά  «πεισματάρης» και αποφάσισε να προχωρήσει στη διοργάνωση του Φεστιβάλ για φέτος το Καλοκαίρι, όταν θα άνοιγαν, και πάλι, τα πράγματα. Και φυσικά, η απόφαση αυτή πάρθηκε εγκαίρως και πολύ πριν το Πάσχα, οπότε κι εμείς αποφασίσαμε, ως ομάδα, να μην το «βάλουμε κάτω».

Ο.Δ.: Η άλλη συμμετοχή του έργου, αυτή στο διαγωνισμό του Δήμου Ζωγράφου;

Γ.Κ.: Αυτός ο διαγωνισμός είναι ο παλιότερος στη χώρα, για 34 χρόνια, γίνεται στο Δήμο Ζωγράφου και μαζί με τον αντίστοιχο διαγωνισμό στη Βόρεια Ελλάδα, στην Ορεστιάδα επί 21 συναπτά έτη, είναι το πιο γνωστό πανελλήνιο και πανκυπριακό διαγωνιστικό φεστιβάλ ερασιτεχνικού θεάτρου. Φέτος στου Ζωγράφου δήλωσαν συμμετοχή 20 ομάδες, λιγότερες από ό, τι συνήθως λόγω κορονοϊού, και επελέγησαν οι 8, ανάμεσά τους και εμείς. 

Ο.Δ.: Πότε θα πραγματοποιηθούν τα φεστιβάλ αυτά;

Α.Σ.: Είναι το ένα μέσα στο άλλο χρονικά.

Γ.Κ.: Έχουμε και λέμε! Τυχαίνει να ξεκινήσουμε με το 13ο Διαδημοτικό Φεστιβάλ Ερασιτεχνικού Θεάτρου Δήμων Αττικής. Την πρώτη μας παράσταση, την πρεμιέρα, δηλαδή,  την παρουσιάζουμε το Σάββατο, 29 Αυγούστου στον Άγιο Δημήτριο (Μπραχάμι). 1η Σεπτεμβρίου παίζουμε στον Ταύρο, το Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου παίζουμε εδώ στην έδρα μας, στις 8 Σεπτεμβρίου στου Ρέντη και στις 12 Σεπτεμβρίου στο Ελληνικό. Παράλληλα, την Παρασκευή, 4 Σεπτεμβρίου ανοίγουμε το 34ο διαγωνιστικό Φεστιβάλ του Δήμου Ζωγράφου.

Ο.Δ.: Η τοποθεσία για τις παραστάσεις εδώ θα είναι, φαντάζομαι, στη Δημοτική Κοινότητα Διονύσου, στον «Παλαιό Σταθμό του Τρένου», στον ανοιχτό χώρο όπου γίνονται τα ΔΙΟΝΥΣΙΑ.

Γ.Κ.: Ναι κι εδώ να σου πω κάτι άλλο. Σε μια παράσταση στην οποία συμμετέχουν 10-12 άτομα, για παράδειγμα, οι θεατές είναι συνήθως 1000-1500, στην πλειονότητά τους φίλοι και γνωστοί των συντελεστών, αντικειμενικά νούμερα. Άρα έχουμε βάσιμη πεποίθηση πως με 40 και πλέον εμπλεκόμενους στη δική μας παράσταση, και για ένα έργο πολύ γνωστό, μπορεί να μιλάμε και για 2000-2500 αναμενόμενο πλήθος θεατών. Λόγω κορονοϊού, όμως, υπολογίζεται η χωρητικότητα στο χώρο των ΔΙΟΝΥΣΙΩΝ σε 1500 άτομα. Έτσι έχουμε κλείσει ακόμη τρεις ημέρες παραστάσεων στο Πολιτιστικό Κέντρο του Αγίου Στεφάνου για τις 18-19-20 Δεκεμβρίου- αλλά κι εκεί δεν ξέρουμε πώς θα είναι τα πράγματα τότε με την πανδημία και πόσοι θα επιτραπεί να παρακολουθήσουν.

Είναι κρίμα να δοθεί μόνο μια παράσταση. Είναι μια πολύ μεγάλη παραγωγή, που εμπλέκει τόσο κόσμο από το Δήμο, ένα εμβληματικό έργο, ένα πετυχημένο, θέλουμε να πιστεύουμε, εγχείρημα στο οποίο έχει πέσει πολλή δουλειά. Περιττό να αναφέρω ξανά, πως παρά τα όσα ακούγονται δεξιά και αριστερά, ούτε ζητήσαμε, ούτε φυσικά έχουμε πάρει έστω κι ένα σεντ.

Ο.Δ.: Οπότε, έτσι μπορεί να καλυφθεί το νούμερο που μου λέτε, μιλώντας για μια πόλη 45.000 κατοίκων.

Α.Σ.: Ναι. Και το ξέρουμε καλά για την περιοχή μας, εκτός από τους φίλους και τους γνωστούς των εκάστοτε συντελεστών, υπάρχει και ένα κοινό θεατρόφιλο που παρακολουθεί φανατικά παράσταση την παράσταση, κάθε χρόνο.

Γ.Κ.: Είναι ο καημός μου αυτός. Οι Δήμοι εδώ ποτέ δεν έτρεξαν πρόγραμμα αποτελεσματικής προώθησης της πολιτιστικής, και ειδικά της θεατρικής, παραγωγής. Όταν ήμουν υπεύθυνος στο θεατρικό εργαστήρι, κρατούσα ονόματα και ειδοποιούσα τους θεατές της 1ης χρονιάς και την δεύτερη. Επίσης, την ημέρα της παράστασης, ανέφερα την συνολική πολιτιστική δραστηριότητα στα όρια του Δήμου για την προσεχή εβδομάδα.  Δεν υπάρχει δυστυχώς τίποτα οργανωμένο. Και μιλάμε για ομάδες που παίζουν χρόνια, η Άνοιξη ας πούμε παίζει 21 χρόνια.

Ο.Δ.: Με αφορμή τη συγκεκριμένη παράσταση, έτσι όπως έχει στηθεί, με τη συμμετοχή συντελεστών από όλες τις ομάδες της πόλης, έχετε σκεφτεί πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί  γενικά η θεατρική ζωή στο Δήμο;

Γ.Κ.: Προτάσεις έχουν υπάρξει πολλές, ακόμη και για την  ίδρυση Δημοτικής Δραματικής Σχολής. Έχουμε καταρτίσει οργανόγραμμα και ενδεικτικό προϋπολογισμό. Έχουμε προτείνει τη δημιουργία κοινού βεστιαρίου των ομάδων, αλλά δεν έχει γίνει καμία ενέργεια, τουλάχιστον όχι ακόμη. Σκηνικά που είχαν φτιαχτεί στο παρελθόν, μεγάλα, με δημοτική δαπάνη, βρέθηκαν να σαπίζουν σε υπόγεια. Άλλα -ενδεικτικά αναφέρω χειροποίητη γόνδολα το 2007- πετάχτηκε στα σκουπίδια.

Ο.Δ.: Σας ευχαριστώ πολύ και τους δυο σας και εύχομαι καλή επιτυχία!

Α.Σ.- Γ.Κ.: Κι εμείς σ’ ευχαριστούμε!

Ταυτότητα Παράστασης

Σκηνοθεσία: Αφροδίτη Σφαιροπούλου, Γιώργος Κομνηνάκης. 

Σκηνικά-κουστούμια: Μαρία Νεμπεγλέρη.

Τεχνική Επιμέλεια Μουσικής: Κωστής Κωσταντουλάκης.

Θέατρο Σκιών: Μάκης Τόρης, βοηθός: Κώστας Θωίδης.

Διδασκαλία κίνησης και χορογραφίες: Χριστίνα Ελευθεριάδη, Μιχαήλ Ισαακίδης.

Διδασκαλία παραδοσιακών χορών -χορογραφίες: Βασίλης Μουζάκης, Αγγελική Πανουσοπούλου.

Κατ’ αλφαβητική σειρά, παίζουν οι ηθοποιοί: Βαλαή Μαρίζα, Βασιλοπούλου Ντίνα, Ζαργκλής Θεόδωρος, Ζαρωτιάδη Σόνια, Κασιμάτης Γιάννης, Κασιμάτης Γιώργος, Κομνηνάκης Γιώργος, Κοσμάς Ευριπίδης, Κωσταντουλάκης Κωστής, Μώρου Ηλέκτρα, Ρόμπου Εύη, Σαμπανίκου Τζέιν, Σόντερκβιστ Μαρία, Σφαιροπούλου Αφροδίτη, Τόρης Μάκης, Τοτόμης Νίκος.

Ομάδα Παραδοσιακών Χορών «Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ»: Βασίλης Μουζάκης, Αγγελική Πανουσοπούλου, Δέσποινα Μουζάκη, Αλεξία Μουζάκη, Δήμητρα Μουζάκη,  Άγγελος Γρούντας, Άρτεμις Παλαιοκαστρίτη, Παναγιώτης Κιούλος, Εύα Πετρίδου, Νώντας Γκιόκας, Ζερμίνα Παγώνη, Ευάγγελος Λαδουκάκης.

Ομάδα σύγχρονου χορού: Λυδία Δραχτίδου, Λυδία Δημητρέλη, Μυρτώ Τριανταφύλλου, Εύα Τριανταφύλλου.

Φιλική συμμετοχή: Στέφανος Γανωτής + ομάδα «Περπερούνα».

Κατασκευή Σκηνικών, κουστουμιών: Δημήτρης Ανέστης, «Οργάνωση Καλλιτεχνικών Εκδηλώσεων»

Σχεδιασμός κατασκευών: Παντελής Βαλλιάνος.

Φώτα-Ήχος: Θανάσης Ντούλας.

Διοικητική υπεύθυνη διοργάνωσης: Έφη Παπαχαρτοφύλλη.

Υπεύθυνη Δημοτικής Βιβλιοθήκης Διονύσου: Χριστίνα Γιαννέτου