logo


«Οι μεταρρυθμίσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρέπει να αφορούν στο ρόλο, στις αρμοδιότητες, στους πόρους, στην οργάνωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και στις σχέσεις της με τα άλλα επίπεδα της Δημόσιας Διοίκησης, μετά από αξιολόγηση της εφαρμογής του «Καλλικράτη», αλλά και γενικότερα την αξιολόγηση του σημερινού ρόλου, των προβλημάτων και των δυνατοτήτων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με στόχο την αναβάθμισή της», τονίζεται στο κείμενο προτάσεων της ΚΕΔΕ για τη μεταρρύθμιση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Εκτιμάται δε ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές πρέπει να έχουν ως κατεύθυνση τις ακόλουθες αλλαγές και βελτιώσεις:

*Αποκέντρωση αρμοδιοτήτων από την Κεντρική και την Αποκεντρωμένη Διοίκηση προς τις Περιφέρειες και τους Δήμους με στόχο το επιτελικό κράτος, την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση και τον δημοκρατικό προγραμματισμό, αλλά με βάση τις αρχές της επικουρικότητας, της εταιρικής σχέσης και της εγγύτητας παροχής των υπηρεσιών στους πολίτες και τις επιχειρήσεις και με διασφάλιση της αποδοτικότητας στη χρήση των πόρων.
*Ενίσχυση της οικονομικής αυτοτέλειας των Δήμων και των Περιφερειών και διεύρυνση της χρηματοδότησής τους.
*Βελτίωση της διακυβέρνησης, οργάνωση και λειτουργικός εκσυγχρονισμός των 13 Περιφερειών και των 325 Δήμων.
*Αναβάθμιση του προσωπικού των Δήμων και των Περιφερειών και της καταστατικής θέσης των αιρετών.
*Βελτίωση των θεσμών εποπτείας και ελέγχου των Δήμων και των Περιφερειών και εισαγωγή λειτουργιών εσωτερικού ελέγχου.
*Εκπόνηση νέου ενιαίου Κώδικα Δήμων και Περιφερειών.

Επίσης θεωρείται ότι για την επίτευξη των μεταρρυθμίσεων χρειάζονται αλλαγές του κανονιστικού πλαισίου, ενίσχυση των οικονομικών των ΟΤΑ και επιχειρησιακή αναβάθμιση της διοικητικής ικανότητάς τους, με ειδική μέριμνα για τους μικρούς ορεινούς και νησιωτικούς Δήμους.

ΟΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ

α. Ισχύον Σύστημα Διακυβέρνησης

Σε ό,τι αφορά στο ισχύον Σύστημα Διακυβέρνησης αναφέρεται ότι στην πρώτη θητεία των αιρετών, οι οποίοι κλήθηκαν να εφαρμόσουν τη μεταρρύθμιση του «Καλλικράτη», αυτό ανταποκρίθηκε με επάρκεια στην αποστολή που ανέλαβε, αλλά υπάρχουν περιθώρια για τη βελτίωσή του στην τρέχουσα θητεία, με ορισμένες αναγκαίες νομικές βελτιώσεις, αλλά κυρίως με την αξιοποίηση του Προγράμματος Οργάνωσης και Λειτουργικού Εκσυγχρονισμού των 13 Περιφερειών και των 325 Δήμων και την αναβάθμιση της καταστατικής θέσης των αιρετών, οι οποίοι έχουν και την ευθύνη της πολιτικής διεύθυνσης του Συστήματος Διακυβέρνησης των ΟΤΑ.

β. Οι αρμοδιότητες

Σε ό,τι αφορά στις αρμοδιότητες τονίζεται ότι πρέπει να προσδιορίζουμε το επίπεδο της Δημόσιας Διοίκησης (Κεντρική και Αποκεντρωμένη Διοίκηση – Περιφέρειες – Δήμοι) που θα αναλάβει τις επιμέρους λειτουργίες των δημόσιων πολιτικών και να επαναοριοθετούμε τις αντίστοιχες αρμοδιότητες, με κατεύθυνση την Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση και το Δημοκρατικό Προγραμματισμό. Διευκρινίζεται ότι:

Εφόσον, μια δημόσια πολιτική στοχεύει κυρίως στην περιφερειακή ανάπτυξη, πρέπει να σχεδιάζεται η πολιτική αυτή και να εκπονείται το σχετικό νομικό πλαίσιο σε κεντρικό επίπεδο, αλλά να εξειδικεύεται και να εφαρμόζεται από τις Περιφέρειες. Επίσης, οι Περιφέρειες θα ασκούν τις αρμοδιότητες που συνδέονται με τις πολιτικές περιφερειακής ανάπτυξης (π.χ. χωροθέτηση δραστηριοτήτων περιφερειακής σημασίας, αδειοδότηση κατασκευής έργων περιφερειακής κλίμακας).

Εφόσον μια δημόσια πολιτική στοχεύει κυρίως στην τοπική ανάπτυξη, πρέπει να σχεδιάζεται η πολιτική αυτή σε κεντρικό επίπεδο και να εκπονείται το σχετικό νομικό πλαίσιο, αλλά να εξειδικεύεται και να εφαρμόζεται από τους Δήμους. Επίσης, οι Δήμοι θα ασκούν τις αρμοδιότητες που συνδέονται με τις πολιτικές τοπικής ανάπτυξης (π.χ. αδειοδότηση δραστηριοτήτων και έργων τοπικής σημασίας).

Παράλληλα, διευκρινίζεται ότι οι Περιφέρειες πρέπει να αναλάβουν το κύριο βάρος παροχής των υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις και οι Δήμοι το κύριο βάρος παροχής των υπηρεσιών προς τους πολίτες, κυρίως μέσω των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ).

Σε ό,τι αφορά στις αρμοδιότητες των αποκεντρωμένων υπηρεσιών της Κεντρικής Διοίκησης που είναι χωροθετημένες σε περιφερειακό ή δημοτικό επίπεδο, θεωρείται ότι μπορούν ευκολότερα να ασκηθούν από τις Περιφέρειες ή τους Δήμους, αντίστοιχα, είτε αφορούν τοπικές υποθέσεις είτε είναι εκχωρούμενες κρατικές αρμοδιότητες, με τη συνολική υπαγωγή των υπηρεσιών αυτών στη δευτεροβάθμια ή την πρωτοβάθμια Τοπική Αυτοδιοίκηση (με το σύνολο των ανθρώπινων και οικονομικών πόρων και της υλικοτεχνικής υποδομής τους).

Όσον αφορά στη στρατηγική της Πολυεπίπεδης διακυβέρνησης τονίζεται ότι η άσκησή της προϋποθέτει την αξιολόγηση και την οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων των τριών επιπέδων της Δημόσιας Διοίκησης κατά τομέα δημόσιας πολιτικής. Αφορά επίσης την αλληλεπίδραση των επιμέρους επιπέδων διοίκησης και κατά συνέπεια τη συμμετοχή κάθε επιπέδου της Διοίκησης και της Αυτοδιοίκησης στο σχεδιασμό και την άσκηση των επιτελικών λειτουργιών και ιδιαίτερα:

*του αναπτυξιακού προγραμματισμού, δηλαδή του προγραμματισμού της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ανάπτυξης,
*του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού και
*του επιχειρησιακού σχεδιασμού

Στη συνέχεια, η Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση αφορά (ενδεικτικά) και τις ακόλουθες λειτουργικές περιοχές:

-Αδειοδότηση επαγγελματικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας
-Αδειοδότηση των έργων και επενδύσεων περιφερειακής και τοπικής σημασίας (με βάση εγκεκριμένα χωροταξικά και πολεοδομικά σχέδια)
-Παρακολούθηση της κατάστασης του περιβάλλοντος και εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου προστασίας του περιβάλλοντος (έδαφος, αέρας, θάλασσα), π.χ. έγκριση Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων
-Διαχείριση των υδάτων
-Διαχείριση των στερεών και των υγρών αποβλήτων
-Διαχείριση των κινδύνων από φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές – Πολιτική προστασία
-Ανάδειξη των πολιτιστικών πόρων
-Διοίκηση της ενδοπεριφερειακής συγκοινωνίας
-Παρακολούθηση της λειτουργίας και συντήρηση των συγκοινωνιακών έργων περιφερειακής και τοπικής σημασίας
-Διαχείριση των δημοσίων ακινήτων και υποδομών περιφερειακής και τοπικής σημασίας, των πάρκων και των ορεινών όγκων.
-Διαχείριση των μαρινών και των παράκτιων εγκαταστάσεων.

Ειδικά στις Μητροπολιτικές περιοχές (Αθήνας και Θεσσαλονίκης) η Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση παίρνει τη μορφή της Μητροπολιτικής Διακυβέρνησης με τη συστημική συνεργασία όλων των επιπέδων της Διοίκησης και της Αυτοδιοίκησης στη διοίκηση των μητροπολιτικών λειτουργιών. Στο διάλογο για τη συνταγματική αναθεώρηση μπορεί να περιληφθεί και το ζήτημα της δυνατότητας συγκρότησης Μητροπολιτικού ΟΤΑ για τη διοίκηση όλων των τοπικών υποθέσεων, δυνατότητα που δεν προβλέπεται από το ισχύον συνταγματικό πλαίσιο.

γ. Η οικονομική διαχείριση των ΟΤΑ

Ως βασικά προβλήματα στην οικονομική διαχείριση των ΟΤΑ σήμερα εντοπίζονται τα ακόλουθα :

>Οι πολλές και συνεχείς μεταβολές του νομικού πλαισίου της τελευταίας πενταετίας και οι νέες διαδικασίες
>Οι σημαντικές ελλείψεις σε επιστημονικό δυναμικό στο σύνολο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και ιδιαίτερα στις οικονομικές υπηρεσίες των ΟΤΑ,
>Το διπλογραφικό σύστημα, που σήμερα απλώς τηρείται ως συμβατική υποχρέωση.
>Η εφαρμογή του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ) από τους ΟΤΑ
>Η συνεργασία των Δήμων με τη ΔΕΗ για την είσπραξη των ανταποδοτικών εσόδων, καθώς και για την παρακολούθηση των εκ μέρους της χρεώσεων του δημοτικού ηλεκτροφωτισμού.
>Οι πολλαπλοί έλεγχοι στην οικονομική διαχείριση και η διαφορετική αντιμετώπιση ίδιων θεμάτων από τους Επιτρόπους του Ελεγκτικού Συνεδρίου αλλά και από τα κεντρικά όργανα του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
>Η ανάθεση νέων πρόσθετων ευθυνών στους προϊσταμένους των οικονομικών υπηρεσιών των ΟΤΑ.

Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων και τη βελτίωση της οικονομικής λειτουργίας των ΟΤΑ προτείνονται:

*Βελτίωση των οικονομικών – διαχειριστικών πολιτικών και λειτουργιών των ΟΤΑ και λειτουργικός εκσυγχρονισμός των εσωτερικών συστημάτων,
*Έκδοση Προεδρικού Διατάγματος, το οποίο θα ρυθμίζει τα ζητήματα της οικονομικής διαχείρισης και της δημοσιο -λογιστικής διαδικασίας των ΟΤΑ με σύγχρονο τρόπο.
*Κωδικοποίηση των εσόδων των ΟΤΑ για την άρση της πολυνομίας και την απλούστευση των διαδικασιών.
*Αξιοποίηση των συστημάτων της Κεντρικής Διοίκησης με τη διασύνδεση των ΟΤΑ με τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (ΓΓΠΣ).
*Ολοκληρωμένη ηλεκτρονική οικονομική διαχείριση,
*Απλοποίηση και ενοποίηση των εξωτερικών ελέγχων.
*Αναβάθμιση του στελεχιακού δυναμικού των οικονομικών υπηρεσιών με νέες προσλήψεις,

δ. Το προσωπικό των ΟΤΑ

Σήμερα, μετά από μια δεκαετία εφαρμογής του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων», τονίζεται ότι είναι ανάγκη να βελτιωθεί και να γίνουν οι αναγκαίες αλλαγές και προσαρμογές, ενσωματώνοντας μάλιστα ρυθμίσεις όπως βαθμολόγιο, επιλογή προϊσταμένων, αξιολόγηση, κινητικότητα.

Με αυτές τις προϋποθέσεις, οι αναγκαίες κατευθύνσεις για τη βελτίωση των πολιτικών προσωπικού των ΟΤΑ είναι οι ακόλουθες:

-Νέο «Σύστημα προγραμματισμού των ανθρώπινων πόρων» για την έγκαιρη κάλυψη των κενών σε προσωπικό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης,
-Σύστημα κινητικότητας στην Τοπική Αυτοδιοίκηση που θα στηρίζεται στο «Σύστημα προγραμματισμού των ανθρώπινων πόρων».
-Σύγχρονο σύστημα αξιολόγησης των επιδόσεων των υπηρεσιών και των υπαλλήλων (και όχι μόνο των υπαλλήλων).
-Νέοι σύγχρονοι Οργανισμοί Εσωτερικής Υπηρεσίας.
-Επιλογή των προϊσταμένων των οργανικών μονάδων με αντικειμενικό και αξιοκρατικό σύστημα και με στόχο τη συγκρότηση «Σώματος διευθυντικών στελεχών.
-Συνεχιζόμενη κατάρτιση των υπαλλήλων,
-Βελτίωση των συνθηκών εργασίας των υπαλλήλων και της υλικοτεχνικής υποδομής των υπηρεσιών.

ε. Η καταστατική θέση των αιρετών

Στο κείμενο προτάσεων υπογραμμίζεται ότι οι αιρετοί της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ανήκουν στο πολιτικό προσωπικό της Πολιτείας και δικαιούνται τη συνδρομή των όρων άσκησης του λειτουργήματός τους, ώστε να διευκολύνεται η ελευθερία δράσης και η πρωτοβουλία τους, τόσο σε επίπεδο λειτουργικό, όσο και σε νομικό και οικονομικό επίπεδο.

Συγκεκριμένα προτείνονται τα εξής:

*Κωδικοποίηση και οριστική επίλυση όλων των θεμάτων καταστατικής θέσης των αιρετών,
*Επανεξέταση του καθεστώτος του Ν. 1608/1950 «περί αυξήσεων των ποινών για αδικήματα κατά του Δημοσίου ή ΝΠΔΔ».
*Τροποποίηση του εδ. Β’ της παρ. 2 του άρθρου 236 του Ν. 3852/2010, ώστε να τίθενται σε αργία οι αιρετοί που παραπέμπονται αμετακλήτως για κακούργημα μόνο στην περίπτωση που τους έχει επιβληθεί ο περιοριστικός όρος της προσωρινής κράτησης.
*Επαναφορά ιδιάζουσας δωσιδικίας, ώστε οι αιρετοί να δικάζονται σε πρώτο βαθμό από τα Εφετεία.
*Κατάργηση της διάταξης του άρθρου 20 του Ν. 4387/2016 που αφορά στην περικοπή στο 100% της σύνταξης του συνταξιούχου-αιρετού, για όσο χρονικό διάστημα διατηρεί την ιδιότητα του αιρετού.
*Επαναφορά της διάταξης για την αποζημίωση αιρετών για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις των Δημοτικών Συμβουλίων, της Οικονομικής Επιτροπής και της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής.
*Χορήγηση άδειας στους αιρετούς- δημοσίους υπαλλήλους για τη συμμετοχή τους σε νομοθετημένες Επιτροπές, αλλά και σε όσες δεν προβλέπονται από ειδικές διατάξεις νόμων, όπως οι Επιτροπές των ΠΕΔ, της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ.

στ. Η εποπτεία, ο έλεγχος και οι ελεγκτικοί θεσμοί

Όπως σημειώνεται στο κείμενο, σύμφωνα με την παράγρ. 4 του άρθρου 102 του Συντάγματος, το Κράτος ασκεί εποπτεία στους ΟΤΑ που συνίσταται αποκλειστικά σε έλεγχο νομιμότητας και δεν επιτρέπεται να εμποδίζει την πρωτοβουλία και την ελεύθερη δράση τους.

Επίσης ο «Καλλικράτης» ορίζει ότι η εποπτεία αυτή ασκείται από την Αυτοτελή Υπηρεσία ΟΤΑ. Υπηρεσία, όμως που δεν έχει συγκροτηθεί μέχρι σήμερα με αποτέλεσμα να εφαρμόζονται οι παλαιότερες διατάξεις και να ασκείται σωρεία ελέγχων στη διοικητική και οικονομική λειτουργία των ΟΤΑ. Ενδεικτικά αναφέρονται οι ακόλουθοι: Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης,Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, Υπηρεσίες Ελέγχου στα καθ’ ύλην αρμόδια Υπουργεία, Συνήγορος του Πολίτη.

Διαπιστώνεται ότι οι ανωτέρω ελεγκτικοί μηχανισμοί έχουν αλληλοεπικάλυψη και δεν συντονίζονται, με αποτέλεσμα να δημιουργείται αβεβαιότητα και σημαντικό διοικητικό βάρος στη λειτουργία και τη διοίκηση των ΟΤΑ.

Τονίζεται δε η ανάγκη να συγκροτηθεί το συντομότερο δυνατό η Αυτοτελής Υπηρεσία Εποπτείας ΟΤΑ, χωρίς να εντάσσεται στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση, να στελεχωθεί με ικανό προσωπικό και να οργανωθεί με αξιοποίηση των σύγχρονων μεθόδων και τεχνολογιών, προκειμένου να έχει την αποκλειστική ευθύνη του ελέγχου της νομιμότητας των πράξεων των ΟΤΑ, συνεργαζόμενη, όποτε αυτό χρειάζεται, με τους λοιπούς ελεγκτικούς μηχανισμούς που έχουν τομεακή εξειδίκευση.

ΟΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΩΝ ΟΤΑ

Εκτιμάται ότι η κρίση επιτάχυνε τις διαδικασίες εκσυγχρονισμού της οικονομικής διαχείρισης της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Οι ΟΤΑ καλούνται να παρέχουν περισσότερες υπηρεσίες και αγαθά, με λιγότερους πόρους. Παράλληλα, η κρίση απέδειξε ότι η στήριξη της οικονομικής λειτουργίας των ΟΤΑ σε κρατικές επιχορηγήσεις είναι πολύ επιρρεπής σε πολιτικές και δημοσιοοικονομικές ασυμμετρίες, με άμεσο αντίκτυπο στην ομαλή οικονομική λειτουργία τους.

Αναφέρεται ότι από το 2009 μέχρι σήμερα, η μείωση των ΚΑΠ ξεπέρασε το 60% ενώ η ΣΑΤΑ από 1.100 εκ. το 2009 περιορίστηκε στα 180 περίπου εκ. το 2016. Και όλα αυτά στη δημοτική περίοδο πρώτης εφαρμογής του «Καλλικράτη», όταν δηλαδή έπρεπε να στηριχθούν νέες υπηρεσίες και μεταφερόμενες αρμοδιότητες.

Επισημαίνεται ότι για την αποκατάσταση της ομαλής λειτουργίας των Δήμων πρέπει γίνουν παρεμβάσεις στο μείγμα οικονομικής πολιτικής σε τρεις βασικούς άξονες:

Οικονομική αυτοτέλεια και δημοσιονομική αποκέντρωση: Περιλαμβάνει την θωράκιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με δυναμικούς ίδιους πόρους, συνδεδεμένους με τις δημόσιες τοπικές παρεμβατικές πολιτικές και σύστημα κρατικών επιχορηγήσεων για την άσκηση των βασικών αρμοδιοτήτων τους, συνδεδεμένο με τις τοπικές ιδιαιτερότητες.
Εναλλακτικοί τρόποι χρηματοδότησης: Η πρόσβαση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα στην περίοδο της κρίσης κατέστη προβληματική. Οι ΟΤΑ πρέπει να αναπτύξουν εναλλακτικές δυνατότητες χρηματοδότησης κυρίως των επενδυτικών τους αναγκών, που θα τους επιτρέψουν να προσελκύσουν κεφάλαια, ανθρώπους και τεχνογνωσία στο χώρο τους.
Εξορθολογισμός των δαπανών: Οι σύγχρονες μέθοδοι οικονομικής διαχείρισης των ΟΤΑ σε συνδυασμό με πολιτικές συνεργασιών όπως αυτές των διαδημοτικών ή των διαβαθμιδικών συνεργασιών, μπορούν να αποδώσουν σημαντικές εξοικονομήσεις, χωρίς περιορισμό της ποσότητας ή ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών.

Η εξωστρέφεια της Τοπικής Αυτοδιοίκησης θα μπορούσε να ενισχυθεί με πολιτικές που τονώνουν :

-Την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία νέων εισοδημάτων.

-Την αύξηση της απασχόλησης. Σε αυτό τον τομέα σημαντικό ρόλο θα παίξει και η κοινωνική οικονομία.

-Την ανάπτυξη και την παραγωγή και εφαρμογή καινοτομίας.

Διαπιστώνεται ότι για τη στήριξη και τη διεύρυνση του ρόλου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης απαιτείται η αποκατάσταση των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3852/2010, η διεύρυνση της χρηματοδότησης των Δήμων από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και ιδιαίτερα από τα συγχρηματοδοτούμενα από την Ε.Ε. Επιχειρησιακά Προγράμματα του ΕΣΠΑ 2014–2020, η σταδιακή απόδοση των «Παρακρατηθέντων» πόρων από το 2009 μέχρι σήμερα, η επιστροφή των πόρων που αφαιρέθηκαν από την Τοπική Αυτοδιοίκηση (φόρος ζύθου, πετρελαιοειδή κ.ά.) και η επαναφορά ποσοστού από 2,5% σε 10% από την απόδοση των πόρων του Πράσινου Ταμείου.

Παράλληλα, για να μπορέσουν οι Δήμοι να αξιοποιήσουν αποτελεσματικά αυτά τα Επιχειρησιακά Προγράμματα, απαιτείται ένα Πρόγραμμα Συλλογικής Υποστήριξής τους για τη διασφάλιση της διαχειριστικής επάρκειάς τους ως δικαιούχων και την ωρίμανση των έργων και των δράσεών τους: κεντρικό help desk, πρότυπα και οδηγοί εφαρμογής, δικτύωση των αρμόδιων στελεχών, συνεχιζόμενη ενημέρωση – κατάρτιση – συμβουλευτική υποστήριξη και χρηματοδότηση από την Τεχνική Βοήθεια.

Προτείνεται η δημιουργία ενός Αναπτυξιακού Προγράμματος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης «ΘΗΣΕΑΣ ΙΙ», πενταετούς διάρκειας. Το Πρόγραμμα αυτό, θα χρηματοδοτηθεί από τις χρηματοροές της νέας γενιάς παρακρατηθέντων, το εθνικό σκέλος του Π.Δ.Ε., το Πράσινο Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Αντικείμενο του Προγράμματος θα είναι κυρίως η χρηματοδότηση δράσεων που δεν είναι επιλέξιμες από το ΕΣΠΑ και η υποστήριξη Δήμων που λόγω τεχνικών και επιστημονικών αδυναμιών (μικροί ορεινοί και νησιωτικοί) δε μπορούν να παρακολουθήσουν τις γραφειοκρατικές απαιτήσεις του ΕΣΠΑ.

Τέλος, υποστηρίζεται ότι στο πλαίσιο χάραξης της στρατηγικής για την οικονομική αυτοτέλεια των ΟΤΑ πρέπει να ξεκινήσει ο διάλογος με το Κεντρικό Κράτος:

>για την ενίσχυση των Δήμων με νέες αποδόσεις από τα φορολογικά έσοδα της χώρας, καθώς και η σημαντική αύξηση της χρηματοδότησής τους από το ΠΔΕ, έτσι ώστε τα ενοποιημένα έσοδα της Τ.Α. ως ποσοστό του ΑΕΠ από το 3,7% που είναι σήμερα, να φτάσουν στον διακηρυγμένο στόχο της Τ.Α. του 8%, με ταυτόχρονη μεταφορά νέων αρμοδιοτήτων,
>για την Φορολογική Αποκέντρωση που θα διασφαλίσει την οικονομική αυτοτέλεια της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ

Με στόχο την επιχειρησιακή αναβάθμιση της διοικητικής ικανότητας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, θεωρείται απολύτως αναγκαία η άμεση έναρξη εφαρμογής του «Προγράμματος Οργάνωσης και Λειτουργικού Εκσυγχρονισμού των 13 Περιφερειών και των 325 Δήμων» προϋπολογισμού 30 εκατ. €, που χρηματοδοτείται από το εγκεκριμένο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Μεταρρύθμιση Δημόσιου Τομέα» 2014–2020, στο οποίο εντάχθηκε κατά την πρώτη εξειδίκευσή του, που εγκρίθηκε στις 30.06.2015 από την Επιτροπή Παρακολούθησης, μετά και από τη σχετική πρόταση του Δ.Σ. της ΚΕΔΕ και τη συστηματική συνεργασία ΥΠΕΣΔΑ–ΚΕΔΕ.

Ο ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Σήμερα σύμφωνα με τον «Καλλικράτη» οι Δήμοι έχουν αναπτυξιακές αρμοδιότητες στους ακόλουθους τομείς: Ανάπτυξης, Πολεοδομίας – Περιβάλλοντος, Ποιότητας Ζωής και της Εύρυθμης Λειτουργίας των Πόλεων, Κοινωνικής Προστασίας και Αλληλεγγύης, Παιδείας, του Πολιτισμού και του Αθλητισμού.

Σημειώνεται ότι οι παραπάνω αρμοδιότητες δεν αρκούν και ότι χρειάζεται επαναοριοθέτησή τους με κατεύθυνση την Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση και τον Δημοκρατικό Προγραμματισμό.

Υπογραμμίζεται, επίσης, ότι αναγκαία προϋπόθεση για την ενίσχυση του αναπτυξιακού ρόλου των Δήμων είναι η διασφάλιση της οικονομικής αυτοτέλειας και η διεύρυνση των χρηματοδοτικών πόρων τους.

Στο πλαίσιο αυτό απαιτείται η διασφάλιση διακριτών κατηγοριών δράσης με δικαιούχους τους Δήμους σε όλα τα Τομεακά και τα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα του ΕΣΠΑ 2014–2020, ο συνολικός προϋπολογισμός των οποίων θα πρέπει να υπερβαίνει τα 2 δις ευρώ, ώστε να δημιουργηθεί ουσιαστικά ένα «οριζόντιο πρόγραμμα» που θα χρηματοδοτήσει τα προγράμματα και τα έργα τοπικής ανάπτυξης. Στην εξειδίκευση και την παρακολούθηση της εφαρμογής των εν λόγω κατηγοριών δράσης του ΕΣΠΑ μπορούν να συμβάλουν αποτελεσματικά οι Περιφερειακές Επιτροπές Αναπτυξιακού Σχεδιασμού (ΠΕΑΣ).

Υπογραμμίζεται ακόμη ότι καθοριστικός πρέπει να είναι ο ρόλος των μικρών ορεινών και νησιωτικών Δήμων στην τοπική ανάπτυξη του τόπου τους και για το λόγο αυτό χρειάζεται να ενισχυθεί η διοικητική ικανότητά τους (με προσωπικό, τεχνικά μέσα και συμβουλευτική υποστήριξη).

Εφόσον διασφαλιστούν οι παραπάνω προϋποθέσεις, μπορεί να διευρυνθεί ο σημερινός αναπτυξιακός ρόλος του Δήμου και στις ακόλουθες κατευθύνσεις:

*στην ανάπτυξη της περιοχής του ως Έξυπνης Πόλης (Smart City) και στην υποστήριξη της επιχειρηματικότητας, σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους,
*στην αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και ειδικότερα της δημοτικής περιουσίας για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων, με αξιοποίηση και των εργαλείων συνεργασίας δημόσιου – ιδιωτικού τομέα (συμβάσεις δημόσιου – ιδιωτικού τομέα, συμβάσεις παραχώρησης κ.λπ.),
*στην υποστήριξη των επιχειρήσεων της περιοχής, ιδιαίτερα για την ανάπτυξη διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και την προώθηση των εξαγωγών, με αξιοποίηση και ενός ολοκληρωμένου προγράμματος Ανάδειξης της Ταυτότητας της Πόλης (City Branding),
*στην ανάληψη πρωτοβουλιών προώθησης της κοινωνικής οικονομίας,
*στη διασφάλιση των τεχνικών και των κοινωνικών υποδομών και προγραμμάτων που θα καλύψουν τις ανάγκες εγκατάστασης των νέων επιχειρήσεων,
*στην εφαρμογή προγραμμάτων προώθησης της απασχόλησης και προγραμμάτων ενίσχυσης του εισοδήματος των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων για την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής,
*στην ανάδειξη των μνημείων και της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της περιοχής, την επανάχρηση εγκαταλελειμμένων κτιρίων με αθλητικές και πολιτιστικές χρήσεις και την ανάδειξη των στοιχείων του τοπικού πολιτισμού.

Η ΔΙΑΒΑΘΜΙΔΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Στο πλαίσιο της Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης, θεωρείται αναγκαία η θεσμοθέτηση της συνεργασίας της Διαβαθμιδικής Συνεργασίας μεταξύ των Δήμων και των Περιφερειών, που αποτελεί πλέον προϋπόθεση και για τη διεύρυνση και κατοχύρωση του ρόλου τους στο Πολιτειακό σύστημα της χώρας και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στην προώθηση της περιφερειακής και τοπικής ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής και την παροχή των υπηρεσιών στους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

Τα σχεσιακά εργαλεία για την υποστήριξη της Διαβαθμιδικής Συνεργασίας και της Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης είναι οι συμβασιακοί θεσμοί, οι θεσμοί διαδημοτικής, διαπεριφερειακής και διαβαθμιδικής συνεργασίας και οι θεσμοί ενημέρωσης και συμμετοχής των πολιτών.

Η υπάρχουσα νομοθεσία ορίζει ως «σχεσιακά εργαλεία» υποστήριξης της Διαβαθμιδικής Συνεργασίας και της Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης , μεταξύ των άλλων, Προγραμματικές Συμβάσεις, Συμβάσεις Συνεργασίας Φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Συμβάσεις Διαδημοτικής ή Διαβαθμιδικής Συνεργασίας, Σύνδεσμοι Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Διαβαθμιδικοί Σύνδεσμοι Δήμων και Περιφερειών, Περιφερειακές Επιτροπές Αναπτυξιακού Σχεδιασμού ΕΣΠΑ, Δημοτικές και Περιφερειακές Επιτροπές Διαβούλευσης, Δίκτυα Δήμων και Περιφερειών.

Επισημαίνεται ότι ορισμένες από τις παραπάνω νομοθετικές προβλέψεις χρειάζονται βελτίωση, ενώ θα χρειαστεί η νομοθέτηση μικτών συλλογικών οργάνων περιφερειακής ανάπτυξης σε περιφερειακό επίπεδο και σε εθνικό επίπεδο, τα οποία μπορούν να συμβάλλουν, γενικότερα, στον προγραμματισμό και την υλοποίηση των δημόσιων πολιτικών σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο και στον επαναπροσδιορισμό των ρόλων Κεντρικής και Αποκεντρωμένης Διοίκησης – Περιφερειών – Δήμων.

Τα πεδία για την ανάπτυξη της Διαβαθμιδικής Συνεργασίας είναι, ενδεικτικά, τα ακόλουθα :

α. Εκπόνηση του νέου Ενιαίου Κώδικα Δήμων και Περιφερειών.

β. Συντονισμός εκπροσώπων της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ στα Εθνικά και στα Ευρωπαϊκά συλλογικά όργανα.

γ. Συνεργασία των Επιτροπών της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ που έχουν ανάλογο αντικείμενο.

δ. Διαβαθμιδική Συνεργασία στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014–2020 και σε λοιπά Προγράμματα κοινού ενδιαφέροντος.

ε. Ενθάρρυνση της διαβαθμιδικής συνεργασίας Δήμων και Περιφερειών.

ΤΟ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Στο κείμενο προτάσεων της ΚΕΔΕ για τις μεταρρυθμίσεις στην Τοπική Αυτοδιοίκηση τονίζεται ότι η Κυβέρνηση θεωρώντας ότι το εκλογικό σύστημα είναι ο βασικός μηχανισμός εξασφάλισης της δημοκρατικής αντιπροσώπευσης, καθώς και το ότι ο χώρος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης προσφέρεται για την καλλιέργεια κουλτούρας διαλόγου και αναζήτησης συναινέσεων, θέλει να καθιερώσει ως σύστημα εκλογής των Δημοτικών και Περιφερειακών συμβούλων, την απλή αναλογική.

Σημειώνεται ότι η πρόταση αυτή της Κυβέρνησης, όπως περιγράφεται, είναι ελλιπής γιατί δεν περιλαμβάνει πρόταση εκλογής των Δημάρχων και των Περιφερειαρχών. Ταυτόχρονα είναι και αντιφατική σε σχέση με τα ισχύοντα σε άλλες χώρες όπου εφαρμόζεται η απλή αναλογική. Στις χώρες αυτές η απλή αναλογική συνοδεύεται με την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων των μονομελών οργάνων που ασκούν την εκτελεστική εξουσία, Δημάρχων, Αντιδημάρχων, Περιφερειαρχών, Αντιπεριφερειαρχών, ενώ στην πρόταση της Κυβέρνησης προτείνεται ο περιορισμός των «Δημαρχοκεντρικών» και «Περιφερειαρχοκεντρικών» χαρακτηριστικών του συστήματος.

Τονίζεται ότι εν ονόματι της ανάγκης καλλιέργειας κουλτούρας διαλόγου, παραμερίζεται η ανάγκη αποτελεσματικής διαχείρισης και λειτουργίας των Αυτοδιοικητικών θεσμών, τίθεται εν αμφιβόλω η συνοχή τους και οι επικεφαλής αιρετοί εκτίθενται σε πάσης φύσεως πιθανούς εκβιασμούς.

Σε κάθε περίπτωση, υπογραμμίζεται, η ΚΕΔΕ δεν συζητά την αλλαγή του εκλογικού συστήματος ανάδειξης των δημοτικών αρχών, πριν ολοκληρωθεί προηγουμένως ο διάλογος για τη μεταρρύθμιση του Κράτους.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ

Η ΚΕΔΕ θεωρεί πως προετοιμαζόμενη μεταρρύθμιση πρέπει να συνοδεύεται από ένα Πρόγραμμα Υποστήριξης Εφαρμογής της Μεταρρύθμισης (τουλάχιστον τριετές), όπως το Ειδικό Πρόγραμμα Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ε.Π.Τ.Α.) που περιλάμβανε το Πρόγραμμα «Καποδίστριας» (το πρόγραμμα ΕΛΛ.Α.Δ.Α. νομοθετήθηκε με τον «Καλλικράτη» αλλά δεν υλοποιήθηκε).

Οι Πόροι του Προγράμματος μπορεί να προέρχονται από τα Επιχειρησιακά Προγράμματα του ΕΣΠΑ 2014–2020 και Εθνικούς πόρους και πρέπει να διασφαλιστούν νομοθετικά και προγραμματικά.

Για την εφαρμογή του Προγράμματος υπογράφεται Προγραμματική Σύμβαση Υπουργείου Εσωτερικών – ΕΝΠΕ – ΚΕΔΕ.

πηγή: localit.gr